σίντα

σίντα
και σύντα(ς) Ν
(χρον. σύνδ.) όταν.
[ΕΤΥΜΟΛ. Κατά μία άποψη < σαν «όταν, μόλις» + είναι τα (πρβλ. είντα). Στην περίπτωση αυτή η σωστή γρφ. θα ήταν σείντα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • σίντας — σίντᾱς , σίντης ravening masc acc pl σίντᾱς , σίντης ravening masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σίνταο — σίντᾱο , σίντης ravening masc gen sg (epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύντα(ς) — Ν (σύνδ.) βλ. σίντα …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • σίνται — σίντης ravening masc nom/voc pl σίντᾱͅ , σίντης ravening masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”